Δικαιούται ο τέως Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας, Οδυσσέας Μιχαηλίδης, ο οποίος απολύθηκε για ανάρμοστη συμπεριφορά με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, να πάρει σύνταξη και εφάπαξ; Αυτό είναι το ερώτημα το οποίο προέκυψε τις τελευταίες ημέρες και εξετάζεται από τους αρμόδιους φορείς, δηλαδή τον Γενικό Λογιστή και αναποφεύκτως και από τη Νομική Υπηρεσία του κράτους. Την υπόθεση που τον αφορά δημοσιοποίησε με επιστολή του προς τον Γενικό Λογιστή της Δημοκρατίας ο ίδιος ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης διαρρέοντάς την στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος». Στην επιστολή, την οποία μέχρι χθες ο Γενικός Λογιστής, όπως ανέφερε σε δήλωσή του στον «Πολίτη», δεν είχε παραλάβει, καταγγέλλει προσπάθεια να δρομολογηθεί διαδικασία στέρησης της σύνταξής του και του εφάπαξ που δικαιούται. Πηγή του Γενικού Λογιστηρίου ανέφερε στον «Πολίτη» ότι «ο πρώην Γενικός Ελεγκτής κατά την πάγια τακτική του επιχειρεί διά της επιστολής του να επηρέασει τη λήψη αποφάσεων υπέρ του, αλλά το πρόβλημα είναι υπαρκτό διότι δεν υπάρχει προηγούμενο»
«Οικονομική μου εξόντωση»
Στην επιστολή του ο τέως Γενικός Ελεγκτής αποδίδει τη δυστοκία που υπάρχει στο θέμα των συνταξιοδοτικών του δικαιωμάτων σε μια προσπάθεια οικονομικής του εξόντωσης και υποστηρίζει ότι αυτό αποτελεί ντροπή για τη χώρα για όλα όσα συμβαίνουν με το πρόσωπό του, με ευθύνη κυρία, όπως υποστηρίζει, του Αρχηγού της Πολιτείας, του Προέδρου της Δημοκρατίας. Στην επιστολή του ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης επικαλείται το γεγονός ότι ο ίδιος είχε συνομιλία με τον Γενικό Λογιστή ο οποίος του ανέφερε σαφώς ότι δικαιούται σύνταξη και εφάπαξ, ενώ στην εξέλιξη και μετά από έναν μήνα ζήτησε γνωμάτευση από τον Γενικό Εισαγγελέα, Γιώργο Σαββίδη. Αυτός, σύμφωνα με την επιστολή του Οδυσσέα Μιχαηλίδη στον «Φ», δήλωσε ότι κωλύεται να γνωματεύσει (προφανώς λόγω του ότι είχε ζητήσει και πέτυχε την παύση του Οδυσσέα Μιχαηλίδη από το πηδάλιο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας), γι’ αυτό θα ζητήσει γνωμάτευση από ιδιώτη δικηγόρο σχετικά με τα δικαιώματα του Οδυσσέα Μιχαηλίδη.
Το ζήτημα, όπως ο «Π» αντιλαμβάνεται μετά από ρεπορτάζ κατά τη διάρκεια της χθεσινής ημέρας, δεν έχει να κάνει με προσπάθεια να πληγεί προσωπικά ο τέως Γενικός Ελεγκτής αλλά από την κατά τεκμήριο αδυναμία του Γενικού Λογιστή να καταλήξει σε απόφαση για το αν ο κύριος Μιχαηλίδης δικαιούται πραγματικά σύνταξη και εφάπαξ μετά και την απόλυσή του.
Απουσία πρόνοιας
Σύμφωνα με τον Γενικό Λογιστή της Δημοκρατίας Ανδρέα Αντωνιάδη, ο οποίος μίλησε στον «Π», η υπηρεσία του διαπιστώνει πως δεν υπάρχει ρητή πρόνοια στη νομοθεσία η οποία να ξεκαθαρίζει αν κάποιος που έχει παυθεί δικαιούται σύνταξης. Όπως διατείνεται ο κ. Αντωνιάδης, το νομικό πλαίσιο καλύπτει την απόδοση σύνταξης και εφάπαξ μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες κάποιος της δημόσιας υπηρεσίας εξαναγκάζεται σε παραίτηση. «Σε κάθε περίπτωση, διευκρίνισε, τα πράγματα είναι διαφορετικά, είτε αυτός είναι δημόσιος υπάλληλος είτε δικαστής είτε Γενικός Ελεγκτής». Με το θέμα, ανέφερε ο κ. Αντωνιάδης, ασχολούμαστε εδώ και έναν μήνα, απευθυνθήκαμε στο Τμήμα Διοίκησης Προσωπικού, αλλά το Γενικό Λογιστήριο του κράτους δεν κατάφερε να βρει λύση στο ζήτημα με αποτέλεσμα να ζητήσει γνωμάτευση από τη Νομική Υπηρεσία.
Συνάντηση στη Νομική Υπηρεσία
Για την επικοινωνία του Γενικού Λογιστή με τη Νομική Υπηρεσία του κράτους στο θέμα των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων του Οδυσσέα Μιχαηλίδη αναφέρεται και χθεσινή ανακοίνωση της Γενικής Εισαγγελίας. Σημειώνει ότι υποβλήθηκε αίτημα από τον Γενικό Λογιστή της Δημοκρατίας να προχωρήσει σε νομική γνωμάτευση επί του δικαιώματος ή όχι παροχής σύνταξης και εφάπαξ στον κύριο Μιχαηλίδη ο οποίος απολύθηκε μετά από απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Για να συζητηθεί το θέμα εν εκτάσει, την Παρασκευή πραγματοποιήθηκε πολύωρη συνάντηση στη Νομική Υπηρεσία μεταξύ του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού και του Γενικού Λογιστή και του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή. Σύμφωνα με τη Γενική Εισαγγελία, «το ζήτημα βρίσκεται ακόμη υπό εξέταση και ώς τώρα δεν έχει υπάρξει καμία απόφαση ούτε κατάληξη στη διαδικασία».
Σε νομικούς συμβούλους
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Π», η Νομική Υπηρεσία ανέθεσε σε δύο νομικούς της συμβούλους να εξετάσουν επισταμένως το θέμα στη βάση της αδυναμίας του Γενικού Λογιστή να προχωρήσει σε απόφαση καταβολής με βάση τη νομοθεσία των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων του τέως Γενικού Ελεγκτή λόγω έλλειψης σχετικής πρόνοιας στη νομοθεσία. Όπως ο «Π» αντιλαμβάνεται, εξακολουθεί να υπάρχει αδυναμία στην κατάληξη της ζητήματος που προέκυψε, με τον Γενικό Λογιστή να σημειώνει ότι θα αναμένει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα για τις επόμενες κινήσεις του. Βάσει των όσων ώς τώρα έχουν συζητηθεί, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η υπόθεση που αφορά τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα του Οδυσσέα Μιχαηλίδη να ανατεθεί προς γνωμάτευση από έγκυρο ανεξάρτητο νομικό.
Αρμόδια πηγή, η οποία κλήθηκε χθες από τον «Π» να σχολιάσει τις καταγγελίες του τέως Γενικού Ελεγκτή ότι επιχειρείται μετά την απόλυσή του από την υπηρεσία και η οικονομική του εξόντωση, έκανε αναφορές για υπερβολές οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Εκείνο το οποίο στην ουσία συμβαίνει είναι πως «η υπηρεσία καλείται να πάρει μια απόφαση με βάση την κείμενη νομοθεσία εν τη απουσία της συγκεκριμένης πρότασης που θα οδηγούσε απρόσκοπτα σε απόφαση επίδοσης των ωφελημάτων του κυρίου Μιχαηλίδη».
Η επιστολή
Η επιστολή του τέως Γενικού Ελεγκτή προς τον Γενικό Λογιστή της Δημοκρατίας φέρει ως τίτλο την «Παράνομη κατακράτηση των συνταξιοδοτικών και άλλων ωφελημάτων μου»
Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και καταγράφω πρώτα τα λεχθέντα χθες στην τηλεφωνική μας συνομιλία:
(α) Η θέση σας είναι ότι δικαιούμαι κανονικά να πληρωθώ τη σύνταξη και εφάπαξ για την 26ετή υπηρεσία μου από 15/09/1998 μέχρι 18/09/2024. Η θέση σας αυτή συνάδει με γνωμάτευση που είχε δοθεί το 2006 από τον τότε Γενικό Εισαγγελέα Πέτρο Κληρίδη για την περίπτωση του δικαστή Κώστα Καμένου που είχε απολυθεί για ανάρμοστη συμπεριφορά. Επίσης, έχετε τη θέση ότι δικαιούμαι να πληρωθώ τη συσσωρευμένη άδειά μου (γύρω στις 75 ημέρες) και το αναλογούν μέρος του 13ου μισθού μου.
Όπως μου αναφέρατε, τις θέσεις σας αυτές τις θέσατε γραπτώς. Τα πιο πάνω μού είχατε αναφέρει και σε τηλεφωνική μας συνομιλία στις 25/10/2024.
(β) Ενώ έχετε αυτές τις καθαρές θέσεις και ενώ για το θέμα υπάρχει η γνωμάτευση Πέτρου Κληρίδη, ενεπλάκη η Νομική Υπηρεσία και η ανώτερη δικηγόρος της Δημοκρατίας Ελένη Συμεωνίδου παρέστη σε αριθμό συναντήσεων. Τελικά ζητήσατε και γραπτή γνωμάτευση. Χθες το πρωί, πάντα σύμφωνα με τη δική σας περιγραφή, συζητήσατε το θέμα στην παρουσία του γενικού διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών Αντρέα Ζαχαριάδη και της κ. Συμεωνίδου. Η κ. Συμεωνίδου σάς ενημέρωσε ότι, ενώ εκείνη συμφωνεί με σας ότι δικαιούμαι όλα τα συνταξιοδοτικά μου ωφελήματα, δεν δέχθηκε να καταγράψει σχετική σημείωση στον φάκελο της υπόθεσης, όπως εσείς ζητήσατε.
Ως λόγο σάς ανέφερε ότι ενημέρωσε τον Γενικό Εισαγγελέα και ότι αυτός διαφωνεί, επειδή θεωρεί λανθασμένη τη γνωμάτευση του Πέτρου Κληρίδη και πιστεύει ότι δεν πρέπει να λάβετε οποιαδήποτε ωφελήματα. Μετά από αυτή την εξέλιξη, είχατε συνομιλία με τον Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος σας ανέφερε πως θεωρεί ότι κωλύεται να δώσει γνωμάτευση και για αυτό θα αποταθεί σε ιδιώτη δικηγόρο. Δηλαδή, ο Γενικός Εισαγγελέας αντιλαμβάνεται ότι ο ίδιος έχει κώλυμα να γνωματεύσει, αλλά από την άλλη, παρά το κώλυμα, διαφωνεί με την υφιστάμενή του λειτουργό και τη δική της γνωμάτευση, όπως και με τη γνωμάτευση Πέτρου Κληρίδη, και σταμάτησε τη διαδικασία.
2. Επί των πιο πάνω σημειώνω τα ακόλουθα:
(α) Με βάση το άρθρο 9(στ) του περί Συντάξεως Νόμου [Ν.97(I)/1997], μεταξύ άλλων, παραχωρείται σύνταξη και εφάπαξ ποσό σε υπάλληλο κατά την αφυπηρέτησή του σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις: «στην περίπτωση τερματισμού των υπηρεσιών του υπαλλήλου για εξειδικευμένους λόγους δημόσιου συμφέροντος, σύμφωνα με τον οικείο νόμο».
(β) Όπως εξήγησε το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφασή του για την απόλυση του Ρίκκου Ερωτοκρίτου, η απομάκρυνση του αξιωματούχου γίνεται επειδή «κρίνεται ότι προστατεύει κατά κύριο λόγο το δημόσιο συμφέρον και δεν αποσκοπεί στην τιμωρία του αξιωματούχου» και αλλού ότι «κάθε άλλη διαδικασία που στοχεύει στην απόλυση λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς αξιωματούχου του κράτους δεν στοχεύει στην τιμωρία του δικαστή ή του αξιωματούχου».
(γ) Όπως καταγράφεται στην Απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Καμένος, 'the applicant was considered as having retired from the date of his dismissal, 19 September 2006. He was paid a retirement lump sum and started receiving his pension'.
Αναφέρω τα πιο πάνω ως δείγμα της κακοπιστίας σας αφού και από άλλα άρθρα του νόμου καταδεικνύεται το εκδικητικό των ενεργειών σας.
3. Όπως σας ανέφερα και στην τηλεφωνική μας συνομιλία, είναι προφανές ότι, τόσο η κυβέρνηση όσο και ο Γενικός Εισαγγελέας, συνεχίζετε τον πόλεμο εξόντωσής μου, αυτή τη φορά υφαρπάζοντας ένα περιουσιακό μου στοιχείο. Αυτό που συμβαίνει είναι πρωτοφανές. Στην περίπτωση των συνταξιούχων εν ενεργεία αξιωματούχων, τους καταβάλλετε σύνταξη μαζί με τον μισθό τους, σε αντίθεση με τη ρητή πρόνοια του νόμου που απαγορεύει τούτο, αλλά στην περίπτωσή μου επιχειρείτε να υφαρπάξετε ένα αδιαμφισβήτητο περιουσιακό μου στοιχείο επειδή ο Γενικός Εισαγγελέας σάς είπε προφορικά ότι δεν βρίσκει το κατάλληλο άρθρο του νόμου στη βάση του οποίου θα λάβω τα δικαιώματά μου.
Λόγω της εμπάθειάς του, που -όπως φαίνεται- συνεχίζει και μετά την απόλυσή μου, ο Γενικός Εισαγγελέας δεν μπόρεσε να εντοπίσει το άρθρο 9(στ) και θέλει να διορίσει ιδιώτη δικηγόρο για να του πει ότι δεν δικαιούμαι τα θεμελιωμένα και κατοχυρωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματά μου για τα οποία κατέβαλλα εισφορές. Πραγματικά είναι ντροπή για τη χώρα μας αυτά που συμβαίνουν, με κύρια ευθύνη φυσικά του Αρχηγού της Πολιτείας, του Προέδρου της Δημοκρατίας.
4. Όπως είπα και έξω από το δικαστήριο την ημέρα της απόλυσής μου στις 18/09/2024, πλέον είμαι ελεύθερος να μιλώ. Έχουμε υποχρέωση σε αυτή τη χώρα όλοι να αντιδρούμε έντονα σε αυτά που συμβαίνουν. Η κοινωνία των πολιτών πρέπει και έχει τη δύναμη να αντιταχθεί σε αυτό το σαθρό σύστημα. Για αυτό η παρούσα δίνεται στη δημοσιότητα.
Δρ Οδυσσέας Φ. Μιχαηλίδης